Να συναντιόμαστε, όλο και πιο πολλοί, όλο και πιο θαρραλέοι.

Να συναντιόμαστε, όλο και πιο πολλοί, όλο και πιο θαρραλέοι.
Να μικρύνουμε τις αποστάσεις, να φτιάξουμε γειτονιές διαδικτυακές, να ακούσουμε τον θόρυβο του διπλανού, τον αναστεναγμό και το τραγούδι του,
το γέλιο του και την κραυγή του.

Τετάρτη 30 Νοεμβρίου 2011

Με δυο λόγια

Η εμπειρία είναι μία φλόγα που φωτίζει μόνον όσους έχει κάψει.

Εμπειρία είναι το όνομα που δίνει ο καθένας στα λάθη του.

Η μέρα θα ανατείλει , είτε σηκωθείς εσύ είτε όχι.



Οι άνθρωποι δεν αντιδρούν στην ιδέα της αλλαγής , αλλά στην δική τους αλλαγή.



Ο άνθρωπος που είναι εγωιστής , υπερηφανεύεται ότι έμαθε πολλά , ο σοφός όμως λυπάται που δεν έμαθε περισσότερα.


Ο γάμος είναι το πανεπιστήμιο της υπομονής.


To λίγο χρήμα θέλει κόπο, το πολύ θέλει τρόπο.


Κανένας δεν έλυσε το πρόβλημα της ζωής του δουλεύοντας για άλλους.



Τα ψηλότερα τείχη δεν είναι κτισμένα από τούβλα, αλλά από προκατάληψη.


..

Σάββατο 26 Νοεμβρίου 2011

«Ζήσε με πάθος συνετό και σύνεση παθιασμένη».


Πάσχα 2009 – στο χωριό Αστέρι Ρεθύμνου. Από τις προσωπικές μου σημειώσεις, μ’ αφορμή κάποιες κουβέντες που ανταλλάξαμε με έναν οικογενειακό φίλο, για τα παιδιά μας και τη νεολαία.
“Ο άντρας απ’ τη στιγμή που γίνεται πατέρας κάποια πράγματα που ήξερε (έκανε) πρέπει να τα ξεχνάει.”
“Το αγόρι για να βρει το δρόμο του πρέπει πρώτα να ξέρει ότι έχει καθαρή γενιά.”
Καλό είναι, για το κάθε παιδί, να έχει ακούσει απ’ τον πατέρα του για τους προγόνους του, για το ξεκίνημα της οικογένειάς του, για το σμίξιμο του πατέρα με την μάνα, για να δέσει καλά τις ρίζες του και μετά ν’ αρχίσει να παίρνει “μπόι”, ν’ απλώνει τα κλαδιά του και ν’ αντιστέκεται στις πρώτες θύελλες.
Για το στερέωμα και το άπλωμα, για τον καλό τον δρόμο, το λιγότερο και εντελώς απαραίτητο είναι να έχει αξίες, να ξέρει τις βασικές αρχές και τους κανόνες όπου θα πατάει. Να ‘χει δηλαδή γερά υποδήματα για τα δύσκολα μονοπάτια, τα κακοτράχαλα και γεμάτα αγκάθια. Να ‘χει οδηγό και χάρτη με οδηγίες, για να μπορεί να επιλέγει τον δρόμο του μπροστά σε κάθε σταυροδρόμι. Οι επιλογές του θα είναι πάντοτε αυτές που θα τον κάνουν περήφανο, αξιοπρεπή και κύριο του εαυτού του.
“- Στην υγειά μας, στην υγειά των παιδιών μας. Καλή τύχη να ‘χουνε!
- Στην υγειά τους . . . και καλές επιλογές να κάνουνε!”
Καλές επιλογές να κάνουνε . . . κι όσο για τις κακές ή τις άστοχες επιλογές ; Έ! μάτια να ‘χουνε ανοιχτά να τις αναγνωρίζουνε, έτοιμοι να ‘ναι να τις αλλάζουνε το συντομότερο και θάρρος να ‘χουνε πρώτα απ’ όλα αρκετό για να λένε:
«- Ναι, λάθος έκανα, το διορθώνω τώρα αμέσως».
Τούτο το θάρρος είναι το πιο σημαντικό στη ζωή μας, το πιο δύσκολο να το ‘χεις, το πιο αντρίκειο να το επιδεικνύεις στους άλλους. Είναι το ατόφιο θάρρος. Όλα τα άλλα θάρρητα, έρχονται δεύτερα και τρίτα, είναι και αποκοτιές καμιά φορά και ποτέ δεν ξέρεις αν θα σου βγούνε χρήσιμα.
Όμως το θάρρος να βλέπεις τα λάθη σου, να τα παραδέχεσαι και να ξοδεύεις για να τα διορθώνεις, είναι σαν να έχεις δίπλα σου για μια ζωή τον πατέρα να σε προστατεύει, να σε διορθώνει και να σε παροτρύνει. Μ’ αυτό το θάρρος, νιώθεις πάντοτε πιο δυνατός απ’ τους άλλους, ποτέ δεν νιώθεις μόνος, ανήμπορος κι απελπισμένος, ποτέ δεν θα βρεθείς σ’ απόγνωση. Πάντοτε στα δύσκολα θα βρίσκεις μέσα σου μια συμβουλή για παραπέρα, για αλλαγή της ρότας σου, για νέα ξεκινήματα.
Σε κάθε σταυροδρόμι, σε κάθε πρόκληση της ζωής, σε κάθε ξάφνιασμα, να ρωτάς τον εαυτό σου:
«- μάνα και πατέρα, τι είναι τούτο το καινούριο που βγήκε μπροστά μου; Τι να πράξω και τι να πω;»
κι όταν το παιδί, που ζει ακόμη μέσα σου, σε ρωτάει, τότε άσε τις άλλες έγνοιες σου, χάιδεψέ το στοργικά και απάντησέ του:
«- τι σου λέει παιδί μου η Καρδιά σου και τι σου λέει ο Νους σου; Τι ώθηση παίρνεις απ’ την καρδιά σου και τι εμπόδια σου βάζει ο νους σου; Τους ρώτησες και τους δύο; Βάλ’ τους παιδί μου να σμίξουν κι ας’ τους να παλεύουν ερωτικά μέχρι να νικήσουν και να χορτάσουν και οι δύο. Όταν τελειώσουν και συμφωνήσουν, θα σου πουν τι να πεις και τι να πράξεις.»
Έχουμε όλοι μέσα μας ένα αντρόγυνο που το δένει και το χωρίζει, το ξανασμίγει και το συνταράζει ένας τρελός αιώνιος έρωτας. Έχουμε την Καρδιά και τον Νου. Η Καρδιά είναι το πάντα γόνιμο και θυελλώδες θηλυκό και ο Νους είναι ο στιβαρός και καλοστεκούμενος άντρας. Γεννιόμαστε και γεννιέται μαζί μας, μέσα μας και το θηλυκό Καρδιά. Καθώς μεγαλώνουμε, βλέπουμε, ακούμε, παθαίνουμε και μαθαίνουμε, γεννιέται μέσα μας και μεγαλώνει μαζί μας κι ο άντρας Νους.
Όποτε είμαστε αρκετά σοφοί και τα αφήνουμε να σμίξουν, τα δύο αυτά στον έρωτά τους, γεννούν όμορφα και εύρωστα, γεμάτα υγεία παιδιά. Τα παιδιά αυτά είναι επιλογές σοφές και αποφάσεις δυνατές για νέα κατορθώματα και νέα ταξίδια. Είναι πλούσια συναισθήματα, αγάπες κι όνειρα, σκοποί ανώτεροι, νέες άγνωστες ως τότε δυνάμεις μέσα μας που μας συνοδεύουν στο παραπέρα. Όλοι όσοι στέριωσαν τις ρίζες τους κι άπλωσαν τα κλαδιά τους κι άφησαν τα σημάδια τους σε τούτη τη σύντομη ζωή, είναι εκείνοι που άφηναν το αντρόγυνο μέσα τους να σμίγει συχνά κι ελεύθερα για να γεννοβολά καλούς καρπούς.
Όλες μας οι πράξεις κι οι κουβέντες πρέπει να είναι συνετές. Πρέπει να μοιάζουν στον πατέρα που τις έσπειρε, τον Νου – το λογικό μας. Μα κι όλες οι πράξεις κι οι κουβέντες μας πρέπει να έχουν συναίσθημα, πάθος και ορμή. Πρέπει να μοιάζουν και στην μάνα που τις γέννησε, την Καρδιά – την πηγή όλων των συναισθημάτων μας.
Έτσι τα λόγια μας δεν θα είναι λόγια του αέρα, αλλά θα είναι και πράξεις, θα προκαλούν έργο. Έτσι και οι πράξεις μας δεν θα είναι απλές αυθόρμητες αντιδράσεις στα εξωτερικά ερεθίσματα και τις προκλήσεις, αλλά θα περιέχουνε βούληση, επίγνωση, ζωογόνο δύναμη.
Όταν συμβαίνει και ξεστομίζουμε μια κουβέντα ή κάνουμε μια πράξη που δεν έχει πάθος και συναίσθημα, τότε ο Νους βίασε την συμβία του, την Καρδιά. Όταν συμβεί το αντίθετο και η κουβέντα ή η πράξη μας έχει μόνο πάθος και ορμή, τότε η Καρδιά ξεγέλασε και παρέσυρε τον σύντροφό της, τον Νου.
Το όμορφο και δύσκολο χρέος μας είναι να μάθουμε την υψηλή τέχνη της ελευθερίας, δηλαδή το πώς να αφήνουμε λεύτερους την Καρδιά και το Νου να σμίγουν ισότιμα στον έρωτά τους και να γεννούν παιδιά που μοιάζουν και στους δύο μαζί και ποτέ στον έναν μόνον.
Το γινάτι μας κι οι φόβοι μας, δηλαδή ο εγωισμός μας, όταν πλησιάζει κοντά σ’ αυτό το αντρόγυνο, πάντοτε φέρνει δυστυχία.
Διπλαρώνει συχνά ο εγωισμός τον Νου και του κακολογεί την Καρδιά:
«- μην την εμπιστεύεσαι» του λέει,
«κάνε εσύ κουμάντο που είσαι και ο άντρας, αυτή είναι θεότρελη, θα σε καβαλήσει και θα σε ντροπιάσει.»
Τότε κι ο Νους, σαν αρσενικό που είναι, ταράζεται, σκιάζεται με τέτοιες κουβέντες και σφίγγεται και σκληραίνει και βιάζει τη σύντροφό του την Καρδιά.
Άλλοτε πάλι ο εγωισμός μας, δηλαδή το γινάτι μας κι οι φόβοι μας, γυροφέρνει και χαϊδολογά το θηλυκό, την Καρδιά μας και τις ψιθυρίζει λόγια εκμαυλιστικά:
«- τι όμορφη που είσαι! Από την ομορφιά σου όλα ξεκινούν. Εσύ είσαι η βασίλισσα, εσύ γεννάς και πρέπει να εξουσιάζεις, ο Νους είναι κηφήνας ή εργάτης. Μην τον ανέχεσαι στο κουμάντο, υπόταξέ τον, βάλ’ τον να σε προσκυνάει και να δουλεύει για σένα.»
Τότε κι η Καρδιά, φιλάρεσκη σαν θηλυκό, ξελογιάζεται με τέτοιες κουβέντες και παθιάζεται να κυριέψει τον σύντροφό της τον Νου.
Όταν λοιπόν, τέτοια αφήνουμε να συμβαίνουν στο αντρόγυνο αυτό μέσα μας, ο έρωτάς τους γίνεται μια πάλη με έναν μόνο νικητή και έναν μόνον χορτασμένο, από τους δύο. Ποτέ από ένα τέτοιο σμίξιμο δεν βγαίνει καλό τέκνο – λόγος ή πράξη.
Αυτή είναι η δουλειά του εγωισμού. Να βάζει λόγια σ’ αυτό το αντρόγυνο, να το χωρίζει, να φέρνει την φιλονικία στη θέση του έρωτα.
Αυτό κάνει το γινάτι μας, η τύφλα μας, το πρωτόγονο κι ακόρεστο “θέλω” μας, αυτό κάνουν κι οι φόβοι μας κι οι ανασφάλειές μας και οι λογιών – λογιών φοβίες μας. Αυτό κάνουν τα “μη”, τα “πρέπει” και τα “δεν πρέπει”, που μας έμαθαν και μας επέβαλαν “τυφλά να τα ακολουθούμε”. Μας αλυσοδένουν, μας φυλακίζουν, να μην μπορούμε να φέρνουμε συνειδητά το μέσα μας αντρόγυνο σε ερωτική συνάντηση. Τότε το αποτέλεσμα είναι όλο και πιο συχνά να επιτρέπουμε να συμβαίνει (και τελικά να συνηθίζουμε) την εσωτερική φιλονικία, που γεννάει τις νευρώσεις και τις αγκυλώσεις μας.
Μια πράξη γεμάτη σύνεση και σωφροσύνη αλλά χωρίς νεύρο, πάθος, τόλμη και ορμή είναι συνήθως απλή υπακοή σε κάποιο εσωτερικό μας φόβο. Μπορεί επίσης να είναι υπακοή σε μια εξωτερική εντολή που λάβαμε.
Αλλά και μια πράξη γεμάτη θάρρος, συναίσθημα και ζήλο αλλά χωρίς καθόλου σύνεση και σκέψη είναι συνήθως μια σκέτη τρέλα, ένα πήδημα στο κενό, μια υπακοή στο γινάτι, στο πρωτόγονο κι ακόρεστο “θέλω” μας. Μπορεί επίσης να είναι και αποτέλεσμα ενός τυφλού ενθουσιασμού που τον προκάλεσε κάποιος που μας γοήτευσε.
Τέτοιες πράξεις είναι παιδιά του εγωισμού, που είναι η εσωτερική μας υποτέλεια ή της υποτέλειας απέναντι στους άλλους γύρω μας. Πρέπει διαρκώς να μαθαίνουμε να τα αναγνωρίζουμε και να είμαστε έτοιμοι με θάρρος να τα διορθώνουμε άμεσα.
Όταν για πολλούς η ηλικία γέννησης προχωρήσει αλλά η ηλικία ωρίμανσης μείνει στάσιμη, συμβαίνει αυτοί οι άνθρωποι να είναι και να μένουν εξαρτημένοι από τους άλλους. Δεν μεγαλώνουν, παραμένουν εξαρτημένα νήπια. Πάντοτε αναζητούν κάποιον άλλον σαν μάνα να ικανοποιήσει τις επιθυμίες τους ή σαν πατέρας να πάρει την ευθύνη για τις αποφάσεις τους. Κάνουν και λένε ό,τι θα κάνουν και θα πουν και οι άλλοι, οι πολλοί ή οι πιο ισχυροί ή γενικά δανείζονται από την κοινή γνώμη. Μαϊμουδίζουν και ξεπατικώνουν. Είναι οι άνθρωποι που ζουν υποτελείς.
Χρέος μας, για να γίνουμε Άνθρωποι, είναι η ελευθερία. Να επιτρέπουμε και να παροτρύνουμε την Καρδιά μας και τον Νου μας να σμίγουν ερωτικά και όχι ανταγωνιστικά. Αυτό είναι το θεμέλιο της εσωτερικής μας ελευθερίας. Λόγια και πράξεις πρέπει να είναι νόμιμα παιδιά του Έρωτα του Νου με την Καρδιά κι όχι εξώγαμα του εγωισμού και της υποτέλειας.
Γι αυτό λοιπόν ζήσε με πάθος συνετό και σύνεση παθιασμένη. Κατάκτησε τον κόσμο, ζήσε εσύ τη ζωή και μην αφήνεις να σε ζήσει αυτή. Γίνε κύριος του εαυτού σου και πάψε να είσαι υποτελής.
Έτσι μπορείς να είσαι ισορροπημένος, δηλαδή να βρίσκεις εύκολα και άμεσα την χαμένη ισορροπία σου, όποτε τα κύματα της ζωής για μια στιγμή σε ανατρέπουν. Κάθε φορά που σε μια συζήτηση μιλούν για το πάθος και τον ζήλο, κάποιος θα αναφέρει και την λέξη ισορροπία. Η ισορροπία βεβαίως είναι μια εκπληκτική αρετή, αλλά προσέξτε εδώ, διότι οι γείτονες της ισορροπίας είναι η απάθεια και η αδυναμία.
Η αλήθεια είναι πως, για τους περισσότερους ανθρώπους το να είναι ισορροπημένοι αποτελεί απλώς δικαιολογία για να είναι απαθείς και αδύναμοι, χλιαροί, αδιάφοροι ή ουδέτεροι παρατηρητές, αμέτοχοι και στην χειρότερη περίπτωση ωχαδερφιστές. Αυτά όμως είναι μονοπάτια της αποτυχίας.
Το συνετό πάθος είναι πανίσχυρο. Όταν το πάθος ελευθερωθεί, θα εκδηλωθεί σαν ενθουσιασμός. Όταν ο ενθουσιασμός καλπάζει, τότε το άγχος και οι φοβίες υποχωρούν. Πολλοί άνθρωποι όμως, δεν νιώθουν άνετα με το να είναι ενθουσιασμένοι και αυτοσυγκρατούνται συνεχώς. Τέτοιοι άνθρωποι νιώθουν πιο ασφαλείς μέσα στους φόβους τους και στις ατέλειωτες σκέψεις τους και τελικά είναι ανασφαλείς να τολμήσουν και να παθιαστούν.
Αν είστε ο άνθρωπος που λέει
« - όταν το δω να γίνεται, τότε θα το πιστέψω»,
δεν θα πάτε τόσο μπροστά, όσο πηγαίνει εκείνος που λέει:
« - κάθε φορά που πιστεύω σε κάτι, τότε αργά ή γρήγορα το βλέπω να γίνεται».
Μια πίστη δεν είναι απλώς μια ιδέα που κατέχει κάποιος. Είναι μια ιδέα που διακατέχει κάποιον.
ΜΑΪΙΟΣ 2008
ΝΙΚΟΣ Γ. ΝΗΜΑΣ

Γεννήθηκα Άνθρωπος


Εκείνες τις μέρες του Ιούλη του 2006, εγώ κι εκείνη, διαβάζαμε και σχολιάζαμε κάποιο βιβλίο με θέμα τα ανθρώπινα σφάλματα. Στην ενότητα για τις ενοχές και τις αγωνίες των ανθρώπων υπήρχε ένας κατάλογος με τις αγωνίες της καθημερινής ζωής στον αιώνα μας. Ανάμεσα στις είκοσι επτά αγωνίες μερικές είχαν την προέλευσή τους σε προηγούμενους αιώνες. Πρώτες όμως στη σειρά οι αγωνίες για τα παιδιά μας, την υγεία μας, τη δουλειά μας, την οικονομία, την κοινωνική ασφάλιση, τα ατυχήματα και μόνον στη δέκατη ένατη θέση η αγωνία για «τη μετά θάνατον τύχη μας».
Η αγωνία αυτή διατυπωνόταν κάπως έτσι:
«αγωνιώ για το που θα βρεθώ μετά τον θάνατό μου (κάπου ή στο τίποτε) αν δεν υπάρχει Θεός. Δεν μπορώ να υποφέρω την ιδέα ότι δεν υπάρχει τίποτε μετά τον θάνατο».
Κλώτσησα πρώτος.
«Μα πως είναι δυνατόν, η κατ’ εμένα, υπ’ αριθμόν ένα αγωνία να βρίσκεται στη δέκατη ένατη θέση; Αν κρατήσουμε μόνον αυτήν ή έστω αν σταθούμε με προσοχή μπροστά της, σχεδόν χάνουν το νόημά τους οι υπόλοιπες ή τουλάχιστον την ακολουθούν».
Ο αντίλογός της ήλθε κατά πάνω μου ολότελα αφοπλιστικός:
«Δεν με απασχόλησε ποτέ ή τουλάχιστον όχι με αυτήν ακριβώς τη διατύπωση και πάντως μετά από όλες τις άλλες αγωνίες».
Ήταν μια τοποθέτηση καθαρή και πέρα για πέρα ειλικρινής, δεν είχα καμιά αμφιβολία. Αυτή η απλότητά της, και η αμεσότητά της, δεν ήταν η πρώτη φορά που τάραζαν τη σχεδόν πρόσφατη υπαρξιακή μου γαλήνη.
Εγώ όμως, έχοντας περάσει πριν από χρόνια τα στενά της Σκύλας και της Χάρυβδης – τα στενά της Λογικής και της Γνωσιακής αναζήτησης του Θεού, είχα σχεδόν ηρεμήσει καθώς πλησίαζα τα πενήντα μου. Κολυμπούσα πλέον συχνότερα στα πελάγη της βιωματικής αναζήτησης της Αγάπης παρά της αναζήτησης της αλήθειας μέσα από τις γνώσεις.
Ωστόσο η παλιά αίγλη των φιλοσοφικών διαξιφισμών δεν έπαυε να με σαγηνεύει που και που, πράγμα που είχε συμβεί κι εκείνες τις ημέρες που διάβαζα παράλληλα και τη «Βιογραφία του Φωτός» του Γ.Γραμματικάκη και κάποια βιβλία του Stephen Hawking.
Μια παλιά ελπίδα ότι και η γνώση είναι ένας δρόμος για την αλήθεια δεν είχε ολότελα σβήσει μέσα μου. Μπροστά σε τέτοιους διαλόγους για «το μακρινό Πριν» και «το μακρινό Μετά» που ανάμεσά τους ασφυκτιά μερικές φορές «το τόσο κοντινό μα και συνάμα άπιαστο Τώρα», συνήθιζα να επικαλούμαι γνώσεις από τη Φυσική.
Κάθε φορά όμως αυτή η συγκεκριμένη ελπίδα δεν με παρηγορούσε όσο η δύναμη της Αγάπης.
Αυτή τη φορά όμως δεν ξέρω γιατί αντέδρασα διαφορετικά. Εκείνο που σαν αστραπή πέρασε από το μυαλό μου ήταν:
«ευτυχώς, δεν είμαστε όλοι οι άνθρωποι ίδιοι κι ευτυχώς επίσης έχουμε στη διάθεσή μας μια “πραγματικά πυρηνική δύναμη”, αυτήν της Συντροφικότητας».
Απέναντί μας βρίσκεται το αχανές και Βίαιο Σύμπαν, μα απέναντί μας εδώ δίπλα μας βρίσκεται ο «άλλος», το άλλο πρόσωπο, η άλλη όψη του εγώ μας, ο κάθε στιγμή σύντροφός μας.
Ζούμε καθημερινά τη μια στιγμή την περιπέτεια της απέραντης μοναξιάς που προκαλεί η μοναδικότητα της ατομικότητάς μας και την επόμενη στιγμή έχουμε την δυνατότητα να αφουγκραστούμε τον σύντροφο. Γεννιόμαστε πολλοί μαζί για να έχουμε συντροφιά μέσα από τον διάλογο με το άλλο πρόσωπο, που μπορεί όταν το επιτρέπουμε να φωτίσει μιαν άλλη πλευρά του δικού μας προσώπου.
Εκείνη, η λατρεμένη μου συντρόφισσα, η πηγή τόσων προκλήσεων που κέντριζαν συχνά τον εγωιστικό πυρήνα μου, εξέπεμψε ξανά ακτίνες φωτός για να λιώσουν οι πάγοι του ναρκισσισμού μου.
Ξανά λοιπόν στην περιπέτεια να δοκιμάσω την αντοχή των γνώσεών μου. Ξανά υποχρεωμένος να ανακαλύψω τι τελικά φώτισαν και τι σκότισαν οι γνώσεις που συνάθροιζα στο σακούλι μου.
Τα επόμενα δυο – τρία δευτερόλεπτα η πρόκληση που δέχτηκα πυροδότησε με αστραπιαία ταχύτητα έναν ειρμό συναισθημάτων, εικόνων και ιδεών – σκέψεων, έτσι όπως στα όνειρα όπου γεγονότα, εικόνες, σκέψεις και συναισθήματα εκτυλίγονται σε μηδενικό χρόνο.
Κράτησα την ουσία τους και τώρα προσπαθώ ατελώς, να την αποτυπώσω σε λέξεις.
Άρχισα αμέσως να της μιλώ και ένας ποταμός ξεχύθηκε από τη μνήμη.
«Άκουσε λοιπόν τι έχουμε μάθει μέχρι σήμερα εμείς οι άνθρωποι. Να, ποια είναι η πιθανότερη εκδοχή της εξέλιξης του σύμπαντος. Να, ποια αρχή – γέννησή του υποδεικνύουν τα μαθηματικά με βάση αυτήν την εξέλιξη και ποιες πιθανές εκδοχές του μακρινού τέλους του.»
Αράδιασα σχεδόν λαχανιασμένος ό,τι είχε το φτωχό σακούλι μου, πάνω στο τραπέζι του διαλόγου.
Ύλη κι ενέργεια, σωματίδια και κυματικές ακτινοβολίες, οι δυνάμεις που συνέχουν κι αναταράζουν τα σύμπαντα, οι νόμοι που φτιάχτηκαν για να περιγράψουν όσα καταλαβαίνουμε από τον χωρόχρονο, οι ανταλλαγές ύλης και ενέργειας, το φως που ταξιδεύει ασταμάτητα κουβαλώντας πληροφορίες και διηγούμενο ιστορίες, η σκοτεινή ύλη και τα βάραθρα στις «μαύρες τρύπες».
Σαν κούφια τενεκεδένια μπιχλιμπίδια ήχησαν πέφτοντας με αγωνία πάνω στο τραπέζι του διαλόγου.
Ταράχτηκα.
Τώρα η πρόκληση ερχόταν από μέσα μου. Το ερώτημα που ξεπήδησε, σκανδάλιζε πυροβολισμούς, ομοβροντίες στη γνωστική μου ισορροπία και ξυπνούσε τον εγκέλαδο της αμφιβολίας.
«Αφού δεν είναι σκληρή η επιφάνεια όπου τα αράδιασα, τότε μήπως είναι όντως κούφια όλα αυτά τα μπιχλιμπίδια γνώσης;»
Το βλέμμα της απέναντί μου ήταν και παρέμενε καθαρό και τίμιο. Η στάση της δεκτική και η ακοή της στραμμένη στο στόμα μου. Ο κούφιος ήχος δεν οφειλόταν σε σκληρή επιφάνεια. Δεν αδιαφορούσε, απλά δεν τη συντάραζαν όπως εμένα.
Θυμήθηκα την ίδια σκηνή να έχει επαναληφθεί με συντρόφους υλιστές, μηδενιστές και αγνωστικιστές που συνταράζονταν και αντέτειναν τα δικά τους. Τα επιχειρήματά μου πυροδοτούσαν τότε σεισμούς και ο διάλογος έμοιαζε χύτρα που θα εκραγεί.
Ποια να ήταν τώρα «η ώρα η καλή» και προς τα πού με έσπρωχνε να πορευτώ; Ποιον δρόμο δεν είχα εξερευνήσει ακόμη;
Το σκέφτηκα μα δεν τη ρώτησα: «δηλαδή, ποια αγωνία σε καίει, τι σε κόφτει περισσότερο, τι σε δροσίζει, πως ησυχάζεις, ποια παρηγοριά σε δυναμώνει πιο πολύ, σε ποια κατεύθυνση νομίζεις πως πορεύεσαι, από πού και για πού;»
Δεν τα ρώτησα όλα αυτά. Σχεδόν υποπτευόμουν τις απαντήσεις. Μάλλον τις ήξερα από καιρό τις απαντήσεις της μα δεν τις μέτραγα, ίσως γιατί δεν είχε έλθει η ώρα μου να καταλάβω.
Η ώρα η καλή ήταν τώρα.
Η ώρα της γέννας έφθασε.
Ήλθε η ευλογημένη στιγμή να νιώσω με το άγγιγμα της αδελφής ψυχής, την άλλη μου πλευρά.
Ήταν η ώρα της Συνάντησης.
Γνώριζα καλά, χρόνια τώρα, τους κραδασμούς της συντρόφισσάς μου.
Ζούσε για να αγαπά, να δίνει, να παίρνει, να πονά, να χαίρεται αληθινά, απλά, πολύ απλά, ανθρωπινά.

Έτσι λοιπόν, τόσο γεμάτα, τόσο βαθιά, τα ανθρώπινα μικρά γίνονται συμπαντικά. 
Στάθηκα για λίγο σιωπηλός, εκστατικός.
Άφωνος, ο φλύαρος μικρός δημιουργός, ακίνητος, .... σκυφτός.
Κι όμως ο άνθρωπος κι αλλιώς.
Ψηλά στους πύργους των θεωριών του σκαρφαλωμένος, να χτίσει κι άλλα πατώματα, να φθάσει πιο ψηλά. Γκρεμίζεται, ξανανεβαίνει, δεν σταματά. Πορεύεται απέναντι στο σύμπαν μοναχός.
Κι όμως ο άνθρωπος κι αλλιώς.
Εδώ στα γήινα λαγκάδια και ψηλώματα, με πάθη, λάθη και πληγές.
Ζωντανός.
Μάχεται το είναι του, οργώνει την ψυχή του και χτίζει ταπεινά καλύβια να στεγάσει την Αγάπη. Πορεύεται, χορεύοντας ερωτευμένος.
Ιδού ο άνθρωπος, νήπιο, γυμνός, ανόθευτος, ... Ωραίος.
Ιδού πάλι ο άνθρωπος, στολισμένος χειροποίητα κοσμήματα, γνώσεις, θεωρίες και πρακτικές, κατορθώματα, αμαρτίες και μεγαλεία, δέστε τον πως ποζάρει πάνω σε βάθρα στεφανωμένα απέναντι στο χάος.
Ιδού ο άνθρωπος, νεκρός, κουφάρι ζωντανό, μνήμη και λήθη τυλιγμένος.
Ιδού τα ίχνη της πορείας του σαν άστραψε απέναντι στο Φως.
Ιδού ο άνθρωπος, κτίστης και δημιουργός, σε δυο αλώνια ο ίδιος αλλιώς.
Χτίζει, λουσμένος αγωνία, την αρμονία των φυσικών νόμων για να τιθασεύσει το αχανές και ανεξήγητο.
Χτίζει, ντυμένος ομορφιά, την αρμονία των ανθρώπινων περιπτύξεων για να ενώσει ξανά τις ψυχές στον Μεγάλο Έρωτα.
Ιδού λοιπόν ο άνθρωπος λαμβάνει Φως, ιδού ο άνθρωπος εκπέμπει την Αγάπη.
Νίκος Νημάς
Καλοκαίρι 2006

Έχεις νερό; Πότισε!


Ο κόσμος δεν πολυνοιάζεται . . . τρέχει, σκοντάφτει, πέφτει και ξανασηκώνεται. Ο κόσμος δεν θέλει να σωθεί!
Εσύ; Το θέλεις πολύ; Μάλλον σε γοητεύει να σώσεις, μα τη δική σου τη ψυχή θα τα καταφέρεις να τη σώσεις;
Πιθανότερο είναι μιαν άλλη ψυχή πιο καθαρή, πιο έτοιμη από τη δική σου, πιο περήφανη και λεύτερη, λιγότερο βασανισμένη . . . ίσως να τη σώσει έστω και μια κουβέντα σου. Μια τέτοια σωτηρία πριν από τη δική σου, μπορεί να σου ανοίξει και τον δικό σου δρόμο.
Η ελπίδα της Αγάπης θα είναι ο μπροστάρης σύμμαχος. Όσο για τους «άλλους συμμάχους» είναι ακόμη δίπλα σου και παραστέκουν σταθεροί, παρ’ όλη τη δική σου αστάθεια. Μην τους προδώσεις αυτούς τουλάχιστον.
Δώσε τη μάχη μέχρι το τέλος κι ας μην προλάβεις να πεις «νενικήκαμεν».
Ίσως να σου συγχωρεθεί η αστάθεια κι η ανθρώπινη κουτοπονηριά αν μείνεις στη μάχη μέχρι το τέλος. Οι σύμμαχοι θα ανακράξουν τα εμβατήρια και τα δοξαστικά όταν θα αποχωρήσεις . . .

«Κοίταξε ! ένα φως χαράζει στις κορυφογραμμές. Λες σήμερα να γίνει το θαύμα;»
Κράτα ανοιχτά αυτιά και μάτια, μην αρνηθείς την πρόσκληση και μην τρομάξεις απ’ την πρόκληση.

Ιδού λοιπόν ό,τι ευχήθηκες τόσο βαθιά, μπορεί να σου δοθεί: «το δικαίωμα να δώσεις αυτήν τη μάχη».

Πρόσεχε όμως! Άλλο να το ζητάς κι άλλο να πολεμήσεις πραγματικά.
Άλλο ο μέσα σου πόλεμος κι άλλο μια πυρκαγιά σ’ άλλες ψυχές.

Αντέχεις την ευθύνη, το φορτίο;
Έχεις νερό να τις ποτίσεις;
- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -
Ώρα πολύ έχει περάσει και πίσω απ’ τον χείμαρρο των συμβολισμών δυνάμωσε ο θόρυβος του χρέους.
Είναι καλοκαίρι, ξηρασία, καιρός της δίψας. Με βαραίνει το χρέος του μικρού δημιουργού, απέναντι στα πλάσματα, που έχει χρεωθεί τη φροντίδα τους. Φυτά και θάμνοι, δέντρα και δενδρύλλια, χόρτα κι αγριάδες λιγωμένα για νερό, αντίκρυ στο λιοπύρι, αργοσαλεύουν γύρω από τη ρίζα τους και με περιμένουν. Ο κηπάκος μου, το μικρό μου σύμπαν με περιμένει να το ποτίσω ενέργεια, αγάπη και δροσερό νεράκι.

Τι είναι, στ’ αλήθεια, λίγες δεκάδες τετραγωνικά μέτρα κήπου!
Ψηλά, από τον πρώτο όροφο που τα κοιτάζω, χωράνε μόνο σε μια ματιά.
Από ψηλότερα μια κουκίδα κι από τα φοβερά ύψη θα είναι ανύπαρκτα.
Από το μπόι μου, λίγα μέτρα περιπάτου.
Στο μπόι ενός νηπίου, ένας τεράστιος κήπος.
Στα λίγα εκατοστά πάνω απ’ το χώμα, μια παρθένα ζούγκλα, ένας Παράδεισος γεμάτος ζωή, θανάτους και γεννήσεις.

Πόσες και πόσες φορές έχω σκύψει εκεί χαμηλά σαν κοντορεβιθούλης για να μυρίσω από κοντά, να συνταξιδέψω με τα μυρμήγκια μέσα στα χόρτα και τους θάμνους που φαίνονται τεράστια δέντρα!

Αρχίζω πριν σηκωθεί ψηλά ο ήλιος.
Ποτίζω τη γη κι ακούω τους ευχαριστήριους ύμνους να αναπέμπονται προς τα άνω.
«Τι ευλογία να έχεις νερό σε άνυδρο καιρό . . . !»

Κάθε δέντρο, κάθε φυλλωσιά και θάμνος, κάθε ρίζα που αναριγεί στη δροσιά που περιχύνω, μου μιλάει και τ’ αυτιά μου το ακούνε. Τα νιώθω και αναριγώ κι εγώ μαζί τους.
«να έχεις νερό σε άνυδρο καιρό . . . κι αυτιά που ακούνε του χρέους τη φωνή . . .
- Έχεις νερό; Πότισε! - Έχεις νερό; Πότισε! - Έχεις νερό; Πότισε!»

Ποτίζω λοιπόν και κείνο το μικρό δενδρύλλιο στη γλάστρα. Η ψυχή μου σκίζεται από ενοχές. Η συνείδησή μου αρχίζει να απαγγέλλει κατηγορητήριο:
«Τόσους μήνες όλα σου τα πλάσματα ρουφούν νερό και χυμούς βαθιά απ’ τη γη και ανυψώνονται και καμαρώνουν την άνοιξη και αντέχουν καρτερικά το καλοκαίρι, εκτός από τούτο το καχεκτικό μέσα στη γλάστρα. Τι κι αν το ποτίζεις αφού δεν έχει χώμα ν’ απλώσει ρίζες; Τι κι αν έχει νερό αφού δεν έχει την αγάπη σου; Τι κι αν έχεις νερό, αφού δεν έχεις αγάπη και γι αυτό το μικρό; Τι κι αν νοιάζεσαι για το δάσος αφού ξέχασες ένα μόνο δέντρο; Μπορεί η Αγάπη να είναι επιλεκτική;»

Δεν τολμώ να δικαιολογηθώ, ούτε καν μια υπόσχεση να δώσω για μεταφύτευση στο χώμα. Δεν υπάρχει θέση στον κήπο μου αλλά τότε γιατί το ανάστησα ως ένα μέτρο μπόι;
«πως μπορείς να αποφασίζεις για την γέννηση ενός παιδιού αν δεν έχεις μια θέση στην καρδιά σου τον καιρό που θα ενηλικιωθεί;»

Ο ήλιος δυνάμωσε τις ακτίνες του, τα τζιτζίκια άρχισαν το τραγούδι τους κι γης να ψήνεται.
Πιο πέρα φύλλα διπλωμένα και βλαστάρια κυρτωμένα προς τη γη, χωρίς περηφάνια εκλιπαρούν για σταγόνες δροσιάς, υπομονετικά ως την ώρα που θα έλθει η νύχτα. «Έχεις νερό; Πότισέ μας!»

Κάποια θαμνώδη, πιο τραχιά, «πάππου προς πάππου» προσαρμοσμένα, πίνουν απ’ την υγρασία του αέρα και υπομένουν. Είναι αυτόνομα, σχεδόν ελεύθερα από την ανάγκη. Ένα χάδι και σ’ αυτά, ένα σύννεφο ψιλή βροχούλα για βραβείο ας τους δώσω.

Σε μια γωνιά τα μικρά λευκά χρυσάνθεμα παρακαλούν κι αυτά για λίγες τελευταίες σταγόνες πριν τελειώσουν τον σύντομο βίο τους στις επερχόμενες ημέρες του Αυγούστου. Άσχημα, μαραμένα πια, στεγνά από χυμούς . . . γέρικα. Δεν τα πότισα, τα έλουσα μόνον να δροσιστούν. Πεθαίνουν σε λίγο, δεν θέλουν πότισμα, μόνο να δροσίσουν τις τελευταίες τους ανάσες.

Σαν τον γέρο μας, που κηδέψαμε πριν λίγο καιρό.
Δεν είχε ανάγκη από τροφή καθώς έσβηνε τελεσίδικα η ανάσα του.
Μόνον σταλαγματιές Αγάπη να ‘χει μαζί του στο τελευταίο του ταξίδι, δροσιά στα χείλη του για να πάρει τις τελευταίες του ανάσες ξεψυχώντας.

«Έχεις μια στάλα νερό; Πότισέ τον!» μια φωνή ψιθύριζε στ’ αυτιά της κόρης που δεν απομακρυνόταν από κοντά του.  
«Ακόμη μια στάλα Αγάπης, πότισέ τον! κι άλλη μια ! κι άλλη μια ! . . . 
και μία ακόμη την τελευταία για αντίο!»
- - - - - - - - - - - - - - - - -
Νίκος Νημάς
Ιούλιος 2006

Παρασκευή 25 Νοεμβρίου 2011

Πωλήσεις & “πωλητές”

Όλοι είναι πωλητές. Μια αλήθεια που οι περισσότεροι γνωρίζουν αλλά την παραβλέπουν.


Όλοι μας από μικρά παιδιά “πουλάμε”.

Πουλάμε πλευρές του εαυτού μας

στους γονείς μας, στα αδέλφια και τους συμμαθητές μας, στους δασκάλους μας.

Πουλάμε γιατί θέλουμε να κερδίσουμε από αυτούς

το ενδιαφέρον τους, την αποδοχή τους, τα χατίρια τους, το χαρτζιλίκι, την εύνοιά τους, τον έπαινό τους, την παρέα τους, τη συμπαράστασή τους, κλπ, κλπ.

Πουλάμε γιατί κι αυτοί θέλουν να “αγοράσουν από εμάς:

· οι γονείς και οι δάσκαλοι θέλουν να “αγοράσουν” την αγάπη μας, την συμμόρφωσή μας σε κανόνες, την κοινωνικοποίησή μας, την πρόοδό μας, την αφοσίωσή μας στο μαθητικό ρόλο και στην αναζήτηση επαγγελματικού προσανατολισμού, τις καλές επιδόσεις μας, το ομαλό πέρασμα στην εφηβεία και στην ενηλικίωσή μας κλπ, κλπ.

· αδέλφια, συμμαθητές και φίλοι θέλουν να “αγοράσουν” όλα αυτά που και εμείς τους πουλάμε, δηλαδή το ενδιαφέρον μας, την αποδοχή μας, την παρέα μας, τη συμπαράστασή μας, κλπ, κλπ.

Για να πουλήσουμε μαθαίνουμε με τον καιρό, με την μίμηση και με τα λάθη μας

ότι πρέπει να γνωρίζουμε και να αποδεχόμαστε

· τι θέλουν οι άλλοι να πάρουν από εμάς, τι πρέπει να έχουμε ήδη έτοιμο για να τους δώσουμε,

· τι πρέπει να είμαστε για να μας προσέξουν, για να μας αφήσουν να τους πλησιάσουμε και να δημιουργήσουμε συνθήκες έναρξης διαπραγμάτευσης δηλαδή για να κερδίσουμε τελικά την εμπιστοσύνη τους ή την συμπάθειά τους ή ακόμη και την αγάπη τους – που είναι και το δυσκολότερο,

για να φέρουμε τελικά τους άλλους σε διαπραγμάτευση

ώστε να πετύχει η αγοραπωλησία, Η ΣΥΝΑΛΛΑΓΗ.

Στην συναλλαγή, στην διαπραγμάτευση, (στο dealing) μας ωθούν ισχυρότατες ζωτικές δυνάμεις,

πρώτα απ’ όλα τα ένστικτά μας και στη συνέχεια οι ανάγκες και οι επιθυμίες μας, ανάγκες και επιθυμίες “να έχουμε ή να είμαστε”.

Ο τελικός μας στόχος μπορεί να είναι

το διεκδικούμενο νέο απόκτημα ή και η διατήρηση των κεκτημένων μας που απειλούνται,

η νέα θέση μας ανάμεσα στους άλλους ή και η διατήρηση της θέσης μας που απειλείται.

Όλοι έχουμε από νήπια ήδη, τον δικό μας τρόπο - την δική μας στρατηγική πωλήσεων

· είτε ξεκινούσαμε με σχέδιο είτε αυτοσχεδιάζαμε,

· είτε προσερχόμασταν οπλισμένοι με λογική και “ακονισμένα” επιχειρήματα είτε με το πάθος, τον ενθουσιασμό και την φλόγα που μας έκαιγε,

· είτε χρησιμοποιούσαμε πλάγια μέσα χειρισμού των άλλων είτε φορτικές πιέσεις,

σε κάθε περίπτωση χρησιμοποιούσαμε στρατηγικές, τακτικές, τρόπους, τεχνικές και μέσα για να κατευθύνουμε τη διαπραγμάτευση προς τον τελικό μας στόχο. Γεννηθήκαμε με μερικά από αυτά έμφυτα, ενώ τα υπόλοιπα τα δοκιμάσαμε, μας απέδωσαν και τα κάναμε μέρος της συμπεριφοράς μας με την μίμηση και την μάθηση.

Όλη η παιδική και στη συνέχεια η εφηβική ηλικία του καθενός μας είναι το πρώτο και καθοριστικό “σχολείο πωλήσεων”, ή αν θέλετε το σχολείο των διαπραγματεύσεων – των συναλλαγών.

Στις εποχές αυτές ο καθένας μας ξεχωριστά, έμαθε, ανέπτυξε και εφάρμοσε περισσότερο ή λιγότερο, καλύτερα ή χειρότερα τις δικές του τάσεις και ικανότητες στην διεκδίκηση.

Ανάλογα με τα έμφυτα χαρακτηριστικά του αλλά και τις αντιστάσεις που συνάντησε στο περιβάλλον που μεγάλωσε, μπορεί να καθιέρωσε, ως ενήλικας πλέον, τα δικά του στερεότυπα και πεποιθήσεις σχετικά με την διεκδίκηση και τις διαπραγματεύσεις:

- Αν επέμενε φορτικά για το νέο του ποδήλατο που τελικά απέκτησε, ίσως αυτό και άλλα παρόμοια γεγονότα σαν μια αλυσίδα στον χρόνο, τον έκαναν να είναι έντονα διεκδικητικός, πιεστικός, φορτικός, ακόμη και απειλητικός στις συναλλαγές του.

- Αν αντίθετα προέβαλλε την επιθυμία του αιτιολογημένη για το νέο ποδήλατο και αποδέχτηκε όρους σχετικά με το αντίτιμο – να φέρει καλούς βαθμούς στο τέλος της χρονιάς, ίσως αυτό και άλλα παρόμοια γεγονότα σαν μια αλυσίδα στον χρόνο, τον έκαναν να είναι ένας θαρραλέος ισότιμος διαπραγματευτής στις ενήλικες αργότερα συναλλαγές του.

- Αν στη πρώτη δημοτικού τον γοήτευσε η νεαρή δασκάλα και καρφώθηκε στα μάτια της ερωτευμένος κι εκείνη του ανταπέδωσε την αγάπη και την προσοχή της και στην συνέχεια την ιδιαίτερη φροντίδα της, τους επαίνους και τις διακρίσεις στις σχολικές γιορτές, ίσως αυτό και άλλα παρόμοια γεγονότα σαν μια αλυσίδα στον χρόνο, τον έκαναν να είναι μια για πάντα ακόμη και ως ενήλικας ο γοητευτικός εκείνος τύπος ανθρώπου που “πουλάει ασύστολα, αβίαστα κι επιτυχημένα” κάθε στιγμή και λεπτό κάθε πλευρά της προσωπικότητάς του.

Στις εποχές αυτές της παιδικής και εφηβικής ηλικίας, ο καθένας μας ξεχωριστά, έμαθε και κάτι ακόμα που είναι βασικό στις συναλλαγές, στις διαπραγματεύσεις, τελικά και στις πωλήσεις:

Τα συναισθήματα της νίκης και της ήττας.

Μπορεί το κύριο μάθημά του να είναι πως σε μια πώληση

  • υπάρχει πάντοτε, ούτως ή άλλως, νίκη και ήττα, νικητής και ηττημένος ή
  • ότι μπορεί και πρέπει να υπάρχει μόνον νίκη, δηλαδή νικητές ταυτόχρονα και στις δυο πλευρές.

Σαν ενήλικας θα έχει αργότερα υιοθετήσει μια από αυτές τις δύο πεποιθήσεις που θα διαμορφώνουν την αντίστοιχη στάση του απέναντι στον άλλον συναλλασσόμενο. Μόνον οι αντιξοότητες και τα προβλήματα που θα του προκαλέσει η πρώτη πεποίθηση ή αν είναι τυχερός η σωστή εκπαίδευση και επιμόρφωση που θα λάβει, μπορεί να τον βοηθήσουν να μετακινηθεί προς την δεύτερη πεποίθηση.

Όλοι μα όλοι μας σαν ενήλικες “πουλάμε”.

Πουλάμε σωματικά, πνευματικά, συναισθηματικά και κοινωνικά προσόντα

για να προσελκύσουμε σύντροφο στο σεξ και στο γάμο.

Πουλάμε τις επαγγελματικές ικανότητες και γνώσεις μας στον εργοδότη μας

για να κερδίσουμε την αύξηση μισθού και την προαγωγή μας.

Πουλάμε την κοινωνική ευαισθησία μας στους συμπολίτες μας

για να δεχθούν τη συμμετοχή μας σε συλλόγους, στην κοινότητα, στην πολιτική.

Πουλάμε την προσωπική προτίμησή μας στη τάδε ταβέρνα όταν συμφωνούμε με την παρέα μας να βγούμε για φαγητό. Πουλάμε τον προσωπικό μας οδοντογιατρό στον φίλο μας που μας ρωτάει ποιον να του συστήσουμε. Πουλάμε τον υδραυλικό που μας εξυπηρέτησε άψογα με καλή ποιότητα κατασκευής, με άμεση ανταπόκριση στο κάλεσμά μας και με λογική τιμή.

Πουλάμε όλοι μας συστήνοντας και προτείνοντας σχεδόν καθημερινά

όταν συζητάμε για τα ψώνια μας και για τους επαγγελματίες που μας παρέχουν υπηρεσίες.

Πουλάμε και προωθούμε ό,τι και όποιον μας ικανοποίησε στις συναλλαγές μας.

Αντίθετα, δυσφημούμε ό,τι και όποιον δεν μας ικανοποίησε στις συναλλαγές μας.

Αποτρέπουμε επίσης τους φίλους και τους δικούς μας ανθρώπους που πρόκειται να συναλλαγούν με κάποιον που μας παγίδευσε σε μια συμφωνία που δεν τήρησε, που μας εκμεταλλεύτηκε, που καταχράστηκε την εμπιστοσύνη μας.

Ακόμη και σαν καταναλωτές – αγοραστές, όλοι μας έχουμε αρκετά πλούσια εμπειρία και γνώση των πωλήσεων.

Μέσα στο κάθε αντρόγυνο διεξάγονται αλλεπάλληλες διαπραγματεύσεις:

  • ποιος θα πάει για ψώνια το απόγευμα;
  • ποιος θα πάει το παιδί στο γυμναστήριο;
  • που θα πάμε διακοπές εφέτος;
  • κοκ

Το ερώτημα λοιπόν δεν είναι αν ο καθένας μας είναι ή όχι διαπραγματευτής, είναι ή όχι πωλητής.

Το πραγματικό ερώτημα είναι “πόσο καλοί διαπραγματευτές είμαστε”.

Πέμπτη 24 Νοεμβρίου 2011

Οι απόψεις μας δεν είναι ο εαυτός μας.

Πιστεύεις ότι οι απόψεις σου είναι πιο σημαντικές από την ευτυχία σου - από τη γαλήνη και την ηρεμία σου;

Αν απαντήσεις “ναι” τότε

  • δύσκολα θα ελέγχεις τον θυμό σου απέναντι σε διαφωνίες και διαμάχες,
  • δύσκολα και την πίκρα σου, όταν στην απέναντι όχθη στέκονται επίμονα οι δικοί σου άνθρωποι,
  • πολύ συχνά τα “μικροπράγματα” θα σε βασανίζουν αφού εσύ θα είσαι εκείνος που εύκολα θα τα μετατρέπεις μεσ’ το νου σου σε “σοβαρά πράγματα”,
  • πολύ συχνά και εύκολα θα εξαντλείται η υπομονή σου και τα μικροπράγματα τότε θα έχουν γίνει πράγματι σοβαρά πράγματα.

Αν βιάστηκες να απαντήσεις “όχι” τότε αναλογίσου: μέχρι σήμερα

  • πόσες φορές σε έπνιξε το δίκιο
  • πόσες φορές σε τύφλωσε η οργή
  • πόσες φορές έχασες τελικά κάτι σημαντικό για χάρη ενός ασήμαντου
  • πόσες φορές επέμενες να νικήσεις τον άλλον θυσιάζοντας τη σχέση σας

Ο καθένας μας πρέπει να παραδεχτεί πως έχει πολλές φορές θυσιάσει την ηρεμία του για να υπερασπιστεί μιαν άποψή του.

Αν το καλοεξετάσουμε όμως τις πιο πολλές φορές δεν άξιζε πραγματικά αυτή η θυσία. Τις πιο πολλές φορές. Όχι όλες. Διότι υπάρχουν βέβαια και οι περιπτώσεις που πρέπει τελικά, να υπερασπιστούμε τον εαυτό μας, αφού έχουμε εξαντλήσει πρώτα, κάθε συναινετική ή και συμβιβαστική κίνηση προς τον άλλον, όταν και μόνον όταν, αυτός ο άλλος απειλεί ευθέως την ανεξαρτησία μας, την ακεραιότητά μας.

Γιατί όμως τόσο εύκολα γλιστράμε στις κατηφόρες του θυμού, της οργής, της πίκρας, της κάθετης αντιπαράθεσης, ακόμη κι όταν δεν απειλείται πραγματικά η ανεξαρτησία μας ή η ακεραιότητά μας;

Διότι ταυτίζουμε όλες τις απόψεις μας με τον ίδιο τον εαυτό μας.

Διότι για κάποιο ανόητο λόγο μας έμαθαν ότι για να υπερασπιστούμε την ακεραιότητά μας και την αξιοπρέπειά μας, πρέπει πρώτα να πιστεύουμε πως εμείς έχουμε πάντα το δίκιο και οι άλλοι που διαφωνούν, το άδικο. Πως οι απόψεις μας ή είναι σωστές και δίκαιες οπότε και τις υπερασπιζόμαστε με κάθε θυσία διαφορετικά καλύτερα να μην έχουμε απόψεις.

Μας έμαθαν, σαν γενικό κανόνα, να είμαστε απόλυτοι. Αμετακίνητοι !!

Όταν όλα αλλάζουν γύρω μας και όλα είναι πάντοτε και παντού σχετικά, εμείς επιμένουμε να μην αφήνουμε χώρο για την αλλαγή και να σφιχτοδενόμαστε σε απόλυτες απόψεις. Όταν ταυτίζουμε την πληθώρα των απόψεων που πρέπει αναγκαστικά και για πρακτικούς λόγους να κουβαλάμε σαν γνώμες με εκείνα τα λίγα άξια, τα σοβαρά πιστεύω μας, τις αρχές και τις αξίες.

Γίνεται όμως, σε μια πραγματική διαφωνία,

  • να έχουν και οι δύο απόλυτο δίκιο;
  • ή να έχουν και οι δύο απόλυτο άδικο;

Όχι ! δεν γίνεται να συμβαίνει ούτε το ένα, ούτε το άλλο.

Εκείνο που συμβαίνει πάντοτε είναι ότι και οι δύο έχουν ένα μέρος δίκιο και ένα μέρος άδικο – λιγότερο ή περισσότερο, ο ένας ή ο άλλος. Απόλυτο δίκιο και απόλυτο άδικο δεν υπάρχει.

Όπως δεν υπάρχει αναγκαστικά και πάντοτε μια αρχική αιτία που μπορεί να χρεώνεται αποκλειστικά σε κάποιον.

Οι απόψεις μας δεν αξίζουν όσο ο ευτυχισμένος εαυτός μας.

Οι απόψεις μας δεν βασίζονται όλες στις αρχές και τις αξίες μας – οι πιο πολλές είναι δανεικές από την κοινωνία και το οικογενειακό ή φιλικό μας περιβάλλον. Τις πιο πολλές απλώς τις έχουμε υιοθετήσει για να ταιριάζουν με την πλειοψηφία που μας περιβάλλει. Τις πιο πολλές δεν τις έχουμε δοκιμάσει αρκετά στα δύσκολα και στα σημαντικά κι εντούτοις είμαστε έτοιμοι να θυσιαστούμε γι αυτές.

Οι αρχές και οι αξίες μας είναι πιο κοντά στον πυρήνα του εαυτού μας.

Οι απόψεις μας με την έννοια της γνώμης, έχουν την πραγματική τους θέση στην περιφέρεια, στην επιφάνεια, σ’ εκείνα που νομίζουμε ή προσωρινά πιστεύουμε. Εμείς όμως τείνουμε να τις τοποθετούμε πιο βαθιά, εκεί που διαγράφεται η ταυτότητά μας και να τις κάνουμε μέρος της εικόνας μας, τόσο αυτής που βλέπουν οι άλλοι όσο και αυτής που βλέπουμε εμείς. Οι περισσότεροι έχουμε συγκροτήσει την ιδεολογική και υπαρξιακή μας στάση με γνώμες – απόψεις, που παπαγαλίζουμε και δυστυχώς αδυνατούμε να τις συνδέσουμε με αρχές και αξίες.

Στο τέλος (με τα χρόνια) ταυτιζόμαστε απόλυτα μαζί τους και θυσιαζόμαστε καθημερινά μαζί τους.

Χάνουμε κάθε δυνατότητα να προφυλάξουμε την ευτυχία μας από λανθασμένες απόψεις ή από απόψεις που ήσαν κάποτε σωστές σε άλλες συνθήκες αλλά δεν είναι πια σήμερα αφού άλλαξαν οι συνθήκες.

Τι γίνεται όμως, θα πει κάποιος, με εκείνες τις απόψεις μας που είναι δοκιμασμένες και αντέχουν σε βάθος χρόνου; Δεν πρέπει να τις προβάλλουμε και να τις υπερασπιζόμαστε;

Ναι ή όχι, εξαρτάται πού και πότε και κυρίως για ποιο λόγο.

Να τις προβάλλουμε. Κάθε αξιοπρεπής και γεμάτος αυτοπεποίθηση άνθρωπος δεν διστάζει ποτέ να τις προβάλλει, αρκεί να το κάνει ψύχραιμα και χωρίς επιθετική διάθεση, περιμένοντας ή παροτρύνοντας και τον άλλον να κάνει το ίδιο. Αρκεί βέβαια να υπάρχει σημαντικός λόγος και κάποιο ζητούμενο. Δεν χρειάζεται να σπεύδουμε να αραδιάζουμε σε κάθε ευκαιρία την πραμάτεια απόψεων που κουβαλάμε.

Να τις υπερασπίζουμε. Αν όμως αυτό σημαίνει ότι δεν αφήνουμε καθόλου χώρο στην αντίθετη άποψη τότε πιθανότατα θα δημιουργήσουμε πρόβλημα. Αν πάλι αυτό σημαίνει ότι αμυνόμαστε όταν ο άλλος απαιτεί ή εκβιάζει να παραιτηθούμε από την άποψή μας χωρίς ουσιαστικό διάλογο; Τότε το αν θα μπούμε στη διαδικασία να τις υπερασπιστούμε πρέπει να εξαρτάται από την τακτική άμυνάς μας, που αφήνει χώρο για λύση με συμφωνία καθώς επίσης και από τον ουσιαστικό λόγο που πρέπει να υπάρχει, να αξίζει και να δικαιολογεί αυτή την άμυνα.

Όταν κάποιες φορές δείξουμε εμείς πρώτοι μια απλή διάθεση υποχώρησης, όταν κάποιες άλλες φορές αφήσουμε ανοιχτό το ενδεχόμενο να αποδεχτούμε την άποψη του άλλου, τότε σχεδόν αυτόματα ο άλλος “μαλακώνει” και η ένταση της διαφωνίας θα χαμηλώσει.

Ας μην παραβλέψουμε βέβαια ότι τις περισσότερες φορές δεν υπάρχει πραγματική διαφωνία απόψεων αλλά διαφορετικός τρόπος διατύπωσης κοινών απόψεων.

Νίκος Νημάς


ΣΑΣ ΚΕΡΝΑΩ . . .

....
ΠΕΤΡΟΚΕΡΑΣΑ ΚΑΙ ΔΡΟΣΕΡΟ ΝΕΡΟ

Μάνα σε φιλώ

Ένας νέος άνθρωπος παίρνει σήμερα το απόγευμα το πτυχίο του.


Αφιερωμένο στον Γιώργο και τον Άγγελο.

Ένας νέος άνθρωπος παίρνει σήμερα το απόγευμα το πτυχίο του.

Οι φίλοι του εύχονται μέσα από το facebook «και εις ανώτερα».

Ο πατέρας του λέει «ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΣΤΟΝ ΣΤΙΒΟ . . . με την ευχή μου».

Ο πατέρας του θυμάται όταν πριν τέσσερα χρόνια προβληματίζονταν μαζί γι αυτό που ο γιος θα επιλέξει να σπουδάσει για να ασκήσει ως επάγγελμα.

«Ανάμεσα σε εκατοντάδες επαγγέλματα, να διαλέξεις κάποιο από τα πέντε πρώτα στις προτιμήσεις σου παιδί μου» του είχε πει τότε. Ο νέος ένιωσε πιο χαλαρός που δεν του επιβλήθηκε μια επιλογή και τελικά επέλεξε ένα επάγγελμα που ασκείται κύρια σαν ελεύθερο επάγγελμα.

Επέλεξε να ασχοληθεί με την φροντίδα του εσωτερικού χώρου όπου φωλιάζουμε (κατοικία) ή την φροντίδα του χώρου όπου εργαζόμαστε, δημιουργούμε ή διασκεδάζουμε. Επέλεξε να γίνει σχεδιαστής εσωτερικών χώρων – interior design.

Άκουσε την εσωτερική του φωνή αν και ήξερε ότι υπήρχαν και άλλα επαγγέλματα που θα τον ενθουσίαζαν – η φροντίδα του σώματός μας, ο αθλητισμός, γυμναστής φυσιοθεραπευτής.

Χαλαρός και ξέγνοιαστος, ο νέος, όπως ταιριάζει στη νιότη, ξεκίνησε πριν τέσσερα χρόνια και σπούδασε ενώ παράλληλα ανίχνευε τον κόσμο, τους ανθρώπους, τις φιλίες και τον έρωτα.

Σήμερα, συμβολικά, αλλάζει εποχή γι αυτόν.

Από σήμερα θα βρεθεί στον ΣΤΙΒΟ . . . Οι γονείς του θα παρευρεθούν στην τελετή απονομής των πτυχίων. Θα συγκινηθούν, θα δακρύσουν και θα ευχηθούν από τα βάθη της καρδιάς τους «ΚΑΛΗ ΣΤΑΔΙΟΔΡΟΜΙΑ ΓΙΕ ΜΟΥ».

Η βαριά αίσθηση υπευθυνότητας δεν αφήνει όμως τον πατέρα να χαρεί ολάκερη αυτήν την χαρά. Σε ποια αγορά θα απευθυνθεί τώρα το παιδί μας;

Ποιος νοιάζεται ακόμη σήμερα για την αισθητική των εσωτερικών χώρων, ποιος ξοδεύει χρήματα για μια αρμονική διευθέτηση μέσα στους χώρους διαμονής, εργασίας και διασκέδασης ;

Ποιος θα είναι ο ανταγωνισμός που θα αντιμετωπίσει;

Οι πιο άξιοι του κλάδου του, οι έτοιμες εισαγόμενες εφαρμογές ή μήπως η γενική κατήφεια και η συλλογική κατάθλιψη των Ελλήνων ;

Ή μήπως ο ίδιος του ο εαυτός ;

Με ποια όνειρα, ποια κίνητρα, ποια αισιοδοξία θα πυροδοτήσει τον ενθουσιασμό του ο νέος επαγγελματίας;

Πώς θα καταφέρει να μαζέψει υπομονή και επιμονή για ένα ξεκίνημα που ίσως να του απαιτήσει θυσίες και υποχωρήσεις;

Ποιες άλλες δευτερεύουσες ασχολίες που θα του ταίριαζαν, θα μπορούσαν να τον ενισχύσουν οικονομικά (παράλληλα) στο διάστημα του ξεκινήματος;

Πώς γίνεται να μην τον παρασύρει η αλόγιστη, εγκληματική αναμετάδοση της απαισιοδοξίας (το νέο σπορ των Ελλήνων) ;

Ο πατέρας δεν κοιμάται τα βράδια συλλογιζόμενος και τους δύο γιους του τώρα πια. Κάνει τέσσερις δουλειές μαζί με την μάννα τους για να τους στηρίξει οικονομικά.

Καταλαβαίνει πως «ο ψαράς είναι καλύτερα να μαθαίνει τα παιδιά του να ψαρεύουν αντί να ψαρεύει αυτός γι αυτά».

Στο μυαλό του τριγυρίζουν σκέψεις, λύσεις, προτάσεις, σχέδια αλλά διστάζει να τα εκδηλώσει.

Πρέπει να είναι έτοιμοι, ώριμοι για να τα ακούσουν και να επιλέξουν με τα δικά τους κριτήρια.

«Θα είμαι δίπλα τους» σκέφτεται. «ούτε πίσω τους μα ούτε και μπροστά τους».

Πρέπει πλέον να αντρωθούν και να γίνουν ηγέτες του εαυτού τους και της ζωής τους.

Από δω και πέρα θα με έχουν φίλο και όχι πατέρα.

«Καλή σταδιοδρομία Άγγελέ μας».

Νικόλαος Νημάς, Παρασκευή, 9 Σεπτέμβριος 2011 στις 12:28 μ.μ.

Ποια συμβουλή θα δίνατε σε ένα θυμωμένο δεκαπεντάχρονο; (Αρχιεπισκόπου Αλβανίας Αναστασίου)


Κατ’ αρχήν θα του έλεγα ότι έχει δίκιο που θυμώνει με όσα απαράδεκτα διαπιστώνει καθώς μεγαλώνει. Με την ασυνέπεια λόγων και έργων των μεγάλων. Με την αδικία της κοινωνίας. Με τη χλιδή των ολίγων και την ανέχεια των πολλών. Με την υποκρισία και ανευθυνότητα των λεγομένων αρμοδίων στους διαφόρους τομείς της κοινωνικής ζωής.

Αλλά μετά την οργή, πρέπει νηφάλια να καθίσει να σκεφθεί ποιο είναι το δικό του χρέος.

Τώρα που βρίσκεται στην εφηβική ηλικία, να μην εκχωρεί την προσωπική του βούληση και ελευθερία σε συνθήματα άλλων που μπορεί να κινούνται από ιδιοτελείς επιδιώξεις. Να μη γίνει άχρωμο στοιχείο μιας μάζας, αλλά να μείνει υπεύθυνο κύτταρο της κοινωνίας. Και όταν μεγαλώσει, να μη μιμηθεί αυτές τις συμπεριφορές που σήμερα κατακρίνει.

Να μη συμβιβαστεί με την κρατούσα νοοτροπία της ανεντιμότητος, της πλεονεξίας, της σκληροκαρδίας, της ασυνεπείας και του εγωκεντρισμού. Να συνεχίσει υπεύθυνα την αναζήτηση. Υπάρχουν στην ιστορία του λαού μας, στην ιστορία της Εκκλησίας μας, υπέροχα παραδείγματα ακεραιότητος, δημιουργικότητος, υπευθυνότητος, αυτοθυσίας για χάρη του λαού.

Πολλά έχουν αμφισβητηθεί στο πέρασμα του χρόνου. Αναμφισβήτητα όμως παραμένουν η ελευθερία και η αγάπη. Η μία συμπληρώνει την αλλη. Της δίδει βάθος και ουσία. Η ελευθερία αρχίζει με την υπέρβαση του εγωκεντρικού εαυτού μας. Και η αγάπη εκφράζεται με σεβασμό στο κάθε ανθρώπινο πρόσωπο, εκδηλώνεται έμπρακτα, χωρίς απαίτηση ανταλλαγμάτων.

Η επιλογή, τελικά, είναι δική του. Το μόνο που μπορώ να τον βεβαιώσω είναι ότι προσωπικά δεν έχω μετανιώσει οσάκις έμεινα πιστός στο πνεύμα του Ευαγγελίου. Η ορθόδοξη πνευματικότητα, βασισμένη στην εσωτερική ελευθερία και την αγάπη, οδηγεί σε μια συνεχή ωρίμανση, υπεύθυνη στάση ζωής και δημιουργικότητα.

(Απόσπασμα συνέντευξης του Αρχιεπισκόπου Αλβανίας στον Αχιλλέα Πατσούκα, “Καθημερινή”)

3 λογιών μυαλά


Τα σπουδαία μυαλά συζητούν για ιδέες,

















τα μεσαία μυαλά συζητούν για γεγονότα


















και τα φτωχά μυαλά για προβλήματα.












ΓΙΝΕ ΜΕΡΟΣ ΤΗΣ ΛΥΣΗΣ & ΟΧΙ ΤΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΟΣ

ΑΝ ΕΙΧΑ ΝΑ ΖΗΣΩ ΔΥΟ ΖΩΕΣ . . .

Αν είχα δυο ζωές να ζήσω η πρώτη θα ήταν μια ατέλειωτη πρόβα.
Θα δοκίμαζα όλες τις εκδοχές και θα ήξερα ποιες μου ταιριάζουν, ξεκινώντας τη δεύτερη ζωή ήδη αποφασισμένος.

Μα κανείς μας δεν την έχει αυτή την πολυτέλεια κι έτσι ποτέ δεν θα μάθουμε αν τελικά πήραμε τον δρόμο που μας ταίριαζε.

Όμως κάπου εκεί στο βάθος της ψυχούλας καθενός υπάρχει μια φωνούλα που ίσως κάτι να ξέρει παραπάνω και μπροστά στα κρίσιμα μονοπάτια σιγοψυθιρίζει μια λύση, μια κατεύθυνση, μια απόφαση.

Ποιος μπορεί να την ακούει και ποιος που την ακούει την εμπιστεύεται ;

Δοκιμάστε να την ακούσετε. Δοκιμάστε να την εμπιστευθείτε . . . και ξέρει και σας αγαπά ειλικρινά!

Από την εξάρτηση στην ανεξαρτησία κι από κει στην ωριμότητα της αλληλεξάρτησης


Από την εξάρτηση στην ανεξαρτησία κι από κει στην ωριμότητα της αλληλεξάρτησης
Τα άλυτα προβλήματα
Ζητάμε γρήγορες λύσεις ή συμβουλές για ανακούφιση ? Τότε ζητάμε κοινωνικές ασπιρίνες και επιδέσμους.
Όσο όμως εστιάζουμε στα οξέα προβλήματα ή στρεφόμαστε στη γρήγορη επιδιόρθωση ή ζητάμε μόνον την ανακούφιση, τόσο επιδεινώνουμε το χρόνιο υποκείμενο πρόβλημα.
Πρόβλημα είναι: Ο τρόπος που βλέπουμε κάποιο πρόβλημα.

Οι εξαιρετικά αποτελεσματικοί άνθρωποι
αναζητούν να κατανοήσουν και να προσδιορίσουν επακριβώς το χρόνιο υποκείμενο πρόβλημα, δεν ενδιαφέρονται για τεχνικές εμψύχωσης και παρακίνησης που αφορούν τα συμπτώματα, αναζητούν τις αιτίες πρώτα στον βαθύτερο εαυτό τους, στα πρότυπά τους, στα κίνητρά τους, στον χαρακτήρα τους και στις αξίες τους.
Οι εξαιρετικά αποτελεσματικοί άνθρωποι, σαν σύζυγοι ακτινοβολούν θετική ενέργεια, δεν ενισχύουν την αρνητική ενέργεια, τα παράπονα, τις γκρίνιες και τον θυμό. Σαν γονείς είναι πιο συνεπείς και συμπονετικοί, δείχνουν περισσότερη κατανόηση και αγάπη. Σαν εργαζόμενοι είναι πιο υπεύθυνοι, χρήσιμοι και επωφελείς για τους συνεργάτες τους και το σύνολο. Είναι άξιοι εμπιστοσύνης και γι αυτό κερδίζουν την εμπιστοσύνη των άλλων.
Οι αναποτελεσματικοί άνθρωποι
Εστιάζουν και αναζητούν τα αίτια αποκλειστικά στις αδυναμίες των άλλων, στις περιστάσεις, στους εξωτερικούς παράγοντες. Πιστεύουν ότι το πρόβλημα θα λυθεί όταν και μόνον όταν ο σύζυγός τους θα αλλάξει, το παιδί τους θα συμμορφωθεί στις συμβουλές τους, οι υφιστάμενοί τους αναγκαστούν να τηρήσουν τις εντολές τους.
Η συνήθεια παράγει χαρακτήρα
Σπείρε μια σκέψη και θα θερίσεις μια πράξη
Σπείρε μια πράξη και θα θερίσεις μια συνήθεια
Σπείρε μια συνήθεια και θα θερίσεις ένα χαρακτήρα
Σπείρε έναν χαρακτήρα και θα θερίσεις ένα πεπρωμένο.
Η κακή συνήθεια δεν είναι ένα νήμα που μπορούμε να το κόψουμε με μια απλή απόφαση και μια στιγμιαία πράξη.
Η κακή συνήθεια είναι ένα σκοινί που κάθε μέρα του προσθέτουμε ένα νήμα και γίνεται πιο γερό.
Η συνήθεια θέλει χρόνο
Οι συνήθειες θέλουν χρόνο για να εγκατασταθούν αλλά και χρόνο για να αλλάξουν.
Οι κακές συνήθειες για να ξεριζωθούν θέλουν πρώτα μια δέσμευση σε μια απόφαση:
Να κόβω κάθε μέρα ένα νήμα από το σκοινί. Να έχω υπομονή και να διαθέσω χρόνο.
Οι κακές συνήθειες που αντιμάχονται την αποτελεσματικότητά μας, όπως η αναβλητικότητα, η ανυπομονησία, η επικριτικότητα, ο εγωισμός κ.α., είναι βαθιά ριζωμένες τάσεις.
Για να ξεριζωθούν δεν αρκεί λίγη καλή θέληση και κάποιες μικροαλλαγές στην καθημερινότητά μας.
Τα συστατικά της συνήθειας
Έστω ότι δεν είμαι αποτελεσματικός με τους συνεργάτες μου, τη σύζυγό μου και τα παιδιά μου. Έχω συνηθίσει να τους μιλάω μόνον και να μην τους ακούω τι λένε. Για να αλλάξω αυτή την κακή συνήθεια πρέπει:
  • Να έχω τη γνώση ότι χρειάζεται και να τους ακούω.
και
  • Να έχω τον σωστό τρόπο να τους ακούω
και
  • Να έχω την επιθυμία να τους ακούω
δηλαδή
Συνήθεια = Γνώση + Τρόπος + Επιθυμία
ΓΝΩΣΗ – τι να κάνω και γιατί
ΔΕΞΙΟΤΗΤΑ – το πώς να το κάνω, ο τρόπος
ΚΙΝΗΤΡΟ – η επιθυμία, η θέληση να το κάνω
Για να βελτιωθούμε αλλάζοντας συνήθειες δεν αρκεί να ασχοληθούμε με ένα μόνον από αυτά. Πρέπει να εργαστούμε υπομονετικά, ίσως και οδυνηρά και στα τρία αυτά συστατικά μιας συνήθειας.
Η αλλαγή συνήθειας είναι μια διεργασία που απαιτεί χρόνο και κόπο και γι αυτό πρέπει να υποστηρίζεται (να αντλεί δυνάμεις) από ένα ισχυρό κίνητρο, δηλαδή μια σταθερή επιθυμία να εκπληρώσω έναν ανώτερο σκοπό μου, μια αποστολή, έναν λόγο ύπαρξης.
Έτσι μόνον μπορώ να υποτάξω (να θυσιάσω) αυτό που έχω την τάση να κάνω τώρα σε αυτό που θέλω να είμαι, να κάνω, να έχω στο μέλλον.
Αυτή η διεργασία αλλαγής, είναι μεν κοπιώδης παράγει όμως την αληθινή ευτυχία.
Εξάρτηση --> ανεξαρτησία --> αλληλεξάρτηση
Τα δράματα που παίζονται στη σκηνή της ατομικής μας εξέλιξης και των ανθρώπινων σχέσεων έχουν τη ρίζα τους στον βαθμό καθήλωσή μας στα δύο πρώτα στάδια και αυτό συνεπάγεται στασιμότητα στην ωρίμανσή μας.
  1. Η εξάρτηση αρχίζει από την βρεφική ηλικία.
  2. Η ανεξαρτησία αυξάνει καθώς μεγαλώνουμε.
  3. Η συνειδητή βίωση της αλληλεξάρτησης σφραγίζει την έναρξη της ωριμότητάς μας.
Εξάρτηση (το πρότυπο του εσύ):
  • Εσύ να με φροντίζεις
  • Εσύ να με βγάλεις από τη δύσκολη θέση
  • Εσύ δεν με προστάτευσες
  • Εσύ είσαι υπεύθυνος για το αποτέλεσμα
Οι εξαρτημένοι άνθρωποι χρειάζονται περισσότερο τους άλλους για να πάρουν αυτό που θέλουν, βασίζουν την αυτοεκτίμησή τους, τη σιγουριά τους, τις επιλογές και τις αποφάσεις τους στη γνώμη των άλλων, αν ποθήσουν την ανεξαρτησία περιμένουν από τον άλλον να τους την χαρίσει.
Ανεξαρτησία (το πρότυπο του εγώ):
  • Εγώ μπορώ να το κάνω
  • Εγώ είμαι υπεύθυνος γι αυτό
  • Εγώ στηρίζομαι στις δυνάμεις μου
  • Εγώ μπορώ να διαλέξω μόνος μου
Οι ανεξάρτητοι άνθρωποι παίρνουν αυτό που θέλουν με τις δικές τους δυνάμεις, αυτοδιευθύνονται, κάνουν επιλογές και παίρνουν αποφάσεις μόνοι τους, αισθάνονται την αξία τους χωρίς να επηρεάζονται από τη γνώμη ή την συμπεριφορά των άλλων απέναντί τους.
Αλληλεξάρτηση (το πρότυπο του εμείς):
  • Εμείς μπορούμε να τα καταφέρουμε μαζί
  • Εμείς μπορούμε να συνεργαστούμε πιο αποτελεσματικά
  • Εμείς μπορούμε να συνδυάσουμε τις ικανότητές μας
  • Εμείς θα δημιουργήσουμε μαζί κάτι πολύ μεγάλο.
Οι αλληλεξαρτημένοι άνθρωποι συνδυάζουν τις προσπάθειές τους με τις προσπάθειες άλλων για να έχουν το μεγαλύτερο δυνατό αποτέλεσμα, δεν είναι πλέον εξαρτημένοι από τους άλλους αλλά η ανεξαρτησία τους δεν τους απομακρύνει από τους άλλους, έχουν μια ώριμη επίγνωση της κοινωνικής τους υπόστασης.
Η θεοποίηση της ανεξαρτησίας από τους συγγραφείς και συμβούλους αυτοβελτίωσης καθώς και από πολλά κοινωνικά κινήματα, έχει υποβαθμίσει την εστίαση και την προσπάθεια σε αξίες όπως η επικοινωνία – σε ακούω και με ακούς, η συλλογικότητα – είμαστε δίπλα και μαζί, η συνεργασία – έχουμε κάποιους κοινούς στόχους.
Έτσι όμως η ανεξαρτησία υποβαθμίζεται από σημαντικό ενδιάμεσο στάδιο της εξέλιξής μας σε σκέτη αντίδραση απέναντι στην απειλή της εξάρτησης και θα μπορούσε κάλλιστα να εκφράζεται ως ακολούθως:
“θέλω να είμαι ανεξάρτητος επειδή με κυνηγάει ο φόβος μήπως οι άλλοι με χρησιμοποιούν, για να μην με χειραγωγούν και να μην με ορίζουν οι άλλοι.”
Η κοινωνική ζωή από τη φύση της σκοπεύει στην αποτελεσματικότητα των ατομικών μας προσπαθειών, καθώς αυτές είναι ενταγμένες μέσα σε συλλογικές προσπάθειες ώστε αρχέγονα να αντιμετωπίσουμε κινδύνους και φυσικά εμπόδια (επιβίωση), και εξελικτικά να εξασφαλίσουμε σταθερότερη πορεία προς την πρόοδο, τη βελτίωση των συνθηκών ζωής μας, την ολοκλήρωσή μας και την ευτυχία μας.
Η πραγματικότητα της κοινωνικής ζωής είναι η έντονη αλληλεξάρτηση.
Ο εξαρτημένος από τους άλλους άνθρωπος
δεν μπορεί ποτέ να ωριμάσει φθάνοντας με ένα άλμα κατ’ ευθείαν στη συνειδητή βίωση της αλληλεξάρτησης. Πρέπει πρώτα να περάσει από το στάδιο της ανεξαρτησίας και από εκεί στο τελικό στάδιο της συνειδητής βιωματικής αλληλεξάρτησης.
Αλλά και εκείνος που καταχτάει κάποια στιγμή την ανεξαρτησία του από τους άλλους
αλλά καθηλώνεται σ’ αυτήν και απομονώνεται αποκόβοντας ολοένα και περισσότερους δεσμούς, αυξάνοντας την απόσταση που τον χωρίζει από τους άλλους, διατηρεί ακόμη μέσα του θεμελιώδεις αδυναμίες και εσωτερικές εξαρτήσεις.
Η δράση μας γίνεται οπωσδήποτε αποτελεσματικότερη με την ανεξαρτησία αλλά δεν έχει φθάσει στο μέγιστο δυνατό βαθμό αποτελεσματικότητας και ωρίμανσης που εξασφαλίζει μόνον η συνειδητή βιωματική αλληλεξάρτηση.
Ο ανεξάρτητος άνθρωπος που δεν έχει την ωριμότητα να σκέφτεται και να ενεργεί σε αλληλεξάρτηση με άλλους μπορεί να γίνει καλός παραγωγός σε ορισμένες μονήρεις εργασίες αλλά δεν θα φθάσει να γίνει καλός συνεργάτης, καλός ομαδικός παίκτης ή καλός ηγέτης.
Δεν θα έχει ευτυχία στην οικογενειακή του ζωή και δεν θα έχει ποτέ μεγάλη επιτυχία στον επαγγελματικό στίβο.
Νικόλαος Νημάς, Πέμπτη, 14 Απρίλιος 2011 στις 10:00 μ.μ

Κι έτσι από τότε ο Έρωτας είναι πάντα τυφλός και η Τρέλα πάντα τον συνοδεύει...


Μια μέρα συγκεντρώθηκαν σε κάποιο μέρος της γης όλα τα συναισθήματα και όλες οι αξίες του ανθρώπου. Η Τρέλα αφού συστήθηκε τρεις φορές στην Ανία της πρότεινε να παίξουν κρυφτό. Το Ενδιαφέρον σήκωσε το φρύδι και περίμενε να ακούσει, ενώ η Περιέργεια χωρίς να μπορεί να κρατηθεί ρώτησε:

"Τι είναι το κρυφτό;"

Ο Ενθουσιασμός άρχισε να χορεύει παρέα με την Ευφορία και η Χαρά άρχισε να πηδάει πάνω κάτω για να καταφέρει να πείσει το Δίλημμα και την Απάθεια -την οποία δεν την ενδιέφερε ποτέ τίποτα- να παίξουν κι αυτοί.

Αλλά υπήρχαν πολλοί που δεν ήθελαν να παίξουν:

Η Αλήθεια δεν ήθελε να παίξει γιατί ήξερε ότι ούτως ή άλλως κάποια στιγμή θα την αποκάλυπταν, η Υπεροψία έβρισκε το παιχνίδι χαζό και η Δειλία δεν ήθελε να ρισκάρει.

'Ένα, δύο, τρία, άρχισε να μετράει η Τρέλα.

Η πρώτη που κρύφτηκε ήταν η Τεμπελιά. Μιας και βαριόταν κρύφτηκε στον πρώτο βράχο που συνάντησε. Η Πίστη πέταξε στους ουρανούς και η Ζήλια κρύφτηκε στη σκιά του Θριάμβου, ο oποίος με την δύναμή του κατάφερε να σκαρφαλώσει στο πιο ψηλό δέντρο. Η Γενναιοδωρία δεν μπορούσε να κρυφτεί γιατί κάθε μέρος που έβρισκε της φαινόταν υπέροχο μέρος για να κρυφτεί κάποιος άλλος φίλος της, οπότε την άφηνε ελεύθερη. Και έτσι η Γενναιοδωρία κρύφτηκε σε μια ηλιαχτίδα. Ο Εγωισμός αντιθέτως βρήκε αμέσως κρυψώνα: ένα καλά κρυμμένο και βολικό μέρος μόνο για αυτόν. Το Ψέμα πήγε και κρύφτηκε στον πάτο του ωκεανού. Το Πάθος και ο Πόθος κρύφτηκαν μέσα σε ένα ηφαίστειο. Ο Έρωτας δεν είχε βρει ακόμη κάπου να κρυφτεί. Έβρισκε όλες τις κρυψώνες πιασμένες, ώσπου βρήκε ένα θάμνο από τριαντάφυλλα και κρύφτηκε εκεί.

....1000, μέτρησε η Τρέλα και άρχισε να ψάχνει.

Την πρώτη που βρήκε ήταν η Τεμπελιά αφού δεν είχε κρυφτεί και πολύ μακριά. Μετά βρήκε την Πίστη που μίλαγε στον ουρανό με τον Θεό για θεολογία. Ένιωσε τον ρυθμό του Πόθου και του Πάθους στο βάθος του ηφαιστείου και αφού βρήκε την Ζήλια δεν ήταν καθόλου δύσκολο να βρει και τον Θρίαμβο. Βρήκε πολύ εύκολα το Δίλημμα που δεν είχε ακόμη αποφασίσει που να κρυφτεί.

Σιγά-σιγά τους βρήκε όλους εκτός από τον Έρωτα. Η Τρέλα έψαχνε παντού, πίσω από κάθε δένδρο, κάτω από κάθε πέτρα, σε κάθε κορφή βουνού, μα τίποτα. Όταν ήταν σχεδόν έτοιμη να τα παρατήσει βρήκε ένα θάμνο από τριαντάφυλλα και άρχισε να τον κουνάει νευρικά ώσπου άκουσε ένα βογκητό πόνου. Ήταν ο Έρωτας που τα αγκάθια από τα τριαντάφυλλα του είχαν πληγώσει τα μάτια.

Η Τρέλα δεν ήξερε πως να επανορθώσει, έκλαιγε, ζήταγε συγνώμη και στο τέλος υποσχέθηκε να γίνει ο οδηγός του Έρωτα. Κι έτσι από τότε ο Έρωτας είναι πάντα τυφλός και η Τρέλα πάντα τον συνοδεύει...

Χρόνια που περνούν, που δεν θα ξαναρθούν, μ' αγιόκλημα και γιασεμιά.


Τι μπορεί να σημαίνει για μας σήμερα, αυτό το στιγμιότυπο από τις αρχές της δεκαετίας του '60 ?

Είναι μια παρέα εργατών με τις γυναίκες τους σε μια ταβέρνα στην περιοχή της παραλίας του Ασπροπύργου.

Είναι εργάτες στο εκεί τσιμεντάδικο. Δουλεύανε σε εβδομαδιαίες βάρδιες - πρωί, απόγευμα, νύχτα. Όταν γύριζαν από το τσιμεντάδικο μετά τη βάρδια τους ήσαν "αλευρωμένοι" τσιμέντο και το δέρμα τους συγκαίγονταν από τη μίξη ιδρώτα - τσιμέντου.

Τα σπίτια τους απέναντι στο εργοστάσιο για να πηγαίνουν με τα πόδια. Τα έχτιζαν ένα ένα δωμάτιο, με φτηνά υλικά - τσιμεντόλιθους που έφτιαχναν μόνοι τους με τη βοήθεια της γυναίκας τους - και όταν έριχναν την πλάκα μαζεύονταν όλοι μαζί οι φίλοι και βοηθούσαν και τα μεροκάματα αυτά ήταν δανεικά από τον έναν στον άλλον. Έβγαζαν καλό μεροκάματο αφού τα πνευμόνια τους ήταν πάντοτε γεμάτα σκόνη.

Η καταγωγή των περισσότέρων ήταν από την ορεινή Αρκαδία, την Κρήτη και τα νησιά - οι Ασπροπύργιοι τότε ήσαν ακόμη αγρότες. Όλοι αυτοί οι εργάτες ήσαν εσωτερικοί μετανάστες που δημιουργούσαν την νέα βιομηχανική άνθιση της δεκαετίας του '60 και παρήγαγαν την πρώτη ύλη για τη γιγάντωση της Αθήνας. "Εκεί που φύτρωνε φλισκούνι κι άγρια μέντα κι έβγαζε η γη το πρώτο της κυκλάμινο, τώρα οι εργάτες παζαρεύουν τα τσιμέντα . . ."

Ζούσαν φτωχικά και μεγάλωναν με όνειρα τα παιδιά τους. Όλοι τους θυμούνταν πριν 20 χρόνια τον πόλεμο και την πείνα και η ψυχή τους αγαλίαζε όταν τάϊζαν τα παιδιά τους. Τραγουδούσαν τα τραγούδια του Καζαντζίδη και έπιναν τα ποτήρια τους κάθε εβδομάδα, όπως το βλέπουμε στην φωτογραφία.

21 χρόνια μετά, παντρεύτηκα το κοριτσάκι στο κέντρο της φωτογραφίας και ζήσαμε για τα επόμενα 20 χρόνια μαζί με αυτούς τους ανθρώπους σε αυτήν την περιοχή, σε ένα τέτοιο σπίτι όπως αυτά που περιέγραψα πιο πάνω. Εργάστηκα - κι εργάζομαι ακόμη - σαν Μηχανικός στέλεχος στο τσιμεντάδικο και είδα τους εργάτες αυτούς να προκόβουν από τον ιδρώτα τους και να βοηθάνε τα παιδιά τους να προκόψουν κι αυτά ακόμη περισσότερο.

Είμαι κι εγώ γιος βιομηχανικού εργάτη από την διπλανή Ελευσίνα. Από μικρός μεγάλωσα και τράφηκα από τα όνειρα αυτών των εργατών, όνειρα για πρόοδο και προκοπή, όνειρα για μια πιο δίκαιη κοινωνία. Όλοι αυτοί με το φιλότιμο τη ντομπροσύνη και την αγωνιστικότητά τους, με ενέπνεαν από μικρό παιδί. Πήρα το χρέος και την ευθύνη πάνω μου για να προκόψω "καλύτερα" από αυτούς με τη σειρά μου. Πλήρωσα το αντίτιμο με τον δικό μου "πνευματικό" ιδρώτα και μαζί με το κοριτσάκι τις φωτογραφίας τουλάχιστον τους κάναμε περήφανους για τον τόπο που έπιασαν οι θυσίες τους.

Το γλέντησαν πολλές φορές το επίτευγμά τους στις δεκαετίες του '80, '90 και 2000, πιο πλούσια τώρα από τις συνθήκες που δείχνει η ασπρόμαυρη φωτό. Τότε στις αρχές του '60 γλεντούσαν βγάζοντας το άχτι τους, τον καημό τους για τα στερημένα παιδικά τους χρόνια, τσουγκρίζοντας τα ποτήρια με αγνές ευχές για το μέλλον των δικών τους παιδιών. Δεν έζησαν το καταναλωτικό παραλήρημα και δεν πόθησαν πολυτελή αυτοκίνητα.

Σήμερα κάποιοι από την ασπρόμαυρη φωτογραφία δεν ζουν πια να δουν το πισωγύρισμα - ευτυχώς γι αυτούς, αν και κάποιοι πέθαναν σχετικά νωρίς από οδυνηρές ασθένειες, συνέπεια της ανθυγιεινής εργασίας . . . Όσοι ζουν ακόμη όμως θυμούνται ξανά την "πείνα" και θα έρθει η ώρα να πεθάνουν συλλογιζόμενοι που πήγαν οι κόποι τους αφού το μέλλον που οικοδόμησαν για παιδιά και εγγόνια, σήμερα το σκεπάζουν κατάμαυρα σύννεφα. Αισθάνονται προδωμένοι που εμπιστεύθηκαν πολιτικές και πολιτικούς και προσπαθούν να συμαζέψουν την οργή και την αηδία τους.

Εγώ κρατώ προς το παρόν τα πικραμένα και συγκρατημένα χαμόγελά τους όπως τα βλέπω στην φωτογραφία, τους λέω ένα Μεγάλο Ευχαριστώ - σε ζώντες και θανόντες - και συνεχίζω (αν και σαστισμένος παρ' όλα μου τα γράμματα σπουδάγματα) να κρατώ τη σκυτάλη τους - την Ευθύνη και την Υπόσχεση πως δεν θα εγκαταλείψω τα όνειρά τους και θα παλέψω για τα εγγόνια που έπαιξαν στα γόνατά τους. Νίκος Νημάς / 13-10-2011.